Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Ιανουάριος

Ο Ιανουάριος, ή Γενάρης, ή Καλαντάρης, ή Καλαντάρς (Ποντιακά), είναι ο πρώτος μήνας του πολιτικού έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο.


Το Καλαντάρι του Ιανουαρίου από το Très riches heures du duc de Berry


ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ
Είναι ο πέμπτος μήνας του χριστιανικού έτους, του καλούμενου ενιαυτού, και άλλοτε ο ενδέκατος του ρωμαϊκού ημερολογίου, περιλαμβάνοντας 31 ημέρες (εικοσιτετράωρα) έχοντας κατά μέσον όρο χρόνο ημέρας 10 ώρες, και χρόνο νύκτας 14 ώρες.
Ο Ιανουάριος αντιστοιχεί κατά το πρώτο ήμισυ με τον Ποσειδεώνα και κατά το έτερο με τον Γαμηλιώνατου αρχαίου ελληνικού αττικού ημερολογίου, καθώς επίσης με τον Σαββάθ των Εβραίων και τον Τωβί των Αιγυπτίων.
Η πρώτη μέρα του μήνα και πρώτη ημέρα του χρόνου, είναι γνωστή ως Πρωτοχρονιά.

ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ
Ο Ιανουάριος πήρε το όνομά του από τον Ιανό, θεό κάθε αρχής στη ρωμαϊκή μυθολογία. Όπως αναφέρει σχετικά και ο Ηλίας Αναγνωστάκης:
…ο Ιανός ήταν θεός δίμορφος, που παριστάνεται πότε με κλειδιά ή με τριακόσιες ψήφους στο δεξί του χέρι και εξήντα πέντε στο αριστερό, όσες οι μέρες του ενιαυτού. Εκαλείτο δε και «Αιωνάριος» αντί Ιανουάριος, επειδή τον θεωρούσαν του αιώνος πατέρα. Είχαν μάλιστα οριστεί δώδεκα πρυτάνεις να τον υμνούν και υπήρχε δωδεκάβωμον στο ναό του, όσοι και οι μήνες του έτους.
— Ηλίας Αναγνωστάκης

                                                           Χιονισμένη νύχτα στην Αθήνα

Ο Ιανουάριος, ωστόσο, δεν ήταν ανέκαθεν ο πρώτος μήνας του έτους για τους Ρωμαίους. Στα πρώτα χρόνια της ιστορίας τους, πρώτις μήνας ήταν ο Μάρτιος, από το όνομα του πολεμικού θεού τους Mars-Martis (δηλαδή του Άρη των Ελλήνων). Πρωτοχρονιά ήταν τότε η πρώτη Μαρτίου, η οποία εξακολούθησε να γιορτάζεται και στα κατοπινά χρόνια. Και επειδή θυμούνταν πως αυτή ήταν η αρχική τους πρωτοχρονιά, την έλεγαν πάτριον. Ο Ιανουάριος έγινε πρώτος μήνας αργότερα, όταν ο μυθικός βασιλιάς των Ρωμαίων Νούμας Πομπίλιος οργάνωσε το ημερολόγιο με βάση τον ήλιο.
Στον Ιανουάριο ο λαός μας έχει δώσει διάφορες ονομασίες, όπως το Γενάρης επειδή τότε γεννούν τα γιδοπρόβατα, και Μεσοχείμωνας επειδή είναι ο μεσαίος από τους μήνες του χειμώνα, όπως δηλώνει και η παροιμία «ως τα’ Αϊ-Γιαννιού, τρυγόνα, είναι η φούρια του χειμώνα». Είναι επίσης και ο μήνας με το λαμπρότερο φεγγάρι: «Του Γενάρη το φεγγάρι παρά ώρα μέρα μοιάζει». Ονομάζεται και Γατόμηναςεπειδή στη διάρκειά του ζευγαρώνουν οι γάτες, και Μεγάλος μήνας ή Τρανός μήνας ή Μεγαλομηνάςγιατί είναι ο πρώτος μήνας του έτους και σε αντιδιαστολή με τον Φεβρουάριο, που είναι «κουτσός» (Κουτσοφλέβαρος). Οι αλκυονίδες ημέρες τού έχουν δώσει και την ονομασία «γελαστός», αλλά είναι επίσης γνωστός και ως «κλαδευτής»: «Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη γυρεύεις». Άλλες ονομασίες: Γενολοήτης (επειδή αυτόν τον μήνα γεννοβολούν τα κοπάδια), Κρυαρίτης γιατί είναι ο πιο «κρυουλιάρης».

                                           Του Γενάρη το φεγγάρι παρά ώρα μέρα μοιάζει.

Μία από τις ωραιότερες δημώδεις ελληνικές παροιμίες για τον Γενάρη είναι:
Να ΄μουν το Μάη γάιδαρος
και τον Απλίλ΄ κριάρι (ή σκύλος τον Αλωνάρη)
ούλο το χρόνο κόκορας
και γάτος τον Γενάρη.
Ενώ σε μια άλλη παραλλαγή αναφέρεται:
Να ΄μουν το Μάη γάιδαρος
τον Αύγουστο κριάρι
όλο το χρόνο κόκορας
και γάτος τον Γενάρη.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Ιανουάριος είναι επίσης γνωστός και ως καλαντάρης από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάςκαι τα δώρα των Καλενδών του Ιανουαρίου. Τα δώρα αυτά είναι το σημερινό «δώρο των Χριστουγέννων», ο 13ος μισθός, ο οποίος στη Βυζαντινή εποχή ήταν πράγματι δώρο κι όχι μισθός. Όπως αναφέρει ο Σπύρος Τραϊανός τα δώρα αυτά είχαν την εξής προέλευση:
`Με την αρχή του χρόνου άρχιζε η θητεία των υπάτων, οι οποίοι σε σχετική πομπή στους δρόμους σκορπούσαν νομίσματα, που αρχικώς ήσαν χρυσά, αλλά αργότερα, επί Ιουστινιανού, περιορίστηκαν σε αργυρά. Μικρά νομίσματα συνέλεγαν όμως και τα παιδιά, που περιέρχονταν τα σπίτια συγγενών και φίλων για να ευχηθούν. Έτσι γεννήθηκαν τα «Κάλαντα», που φθάνουν μέχρι τις μέρες μας, αλλά αφετηρία τους υπήρξαν οι Καλένδες του Ιανουαρίου, άσχετα αν σταδιακά επεκτάθηκαν από τα παιδιά σε όλες τις εορταστικές ημέρες του Δωδεκαήμερου.
— Σπύρος Τραϊανός

Οι ρίζες άλλωστε πολλών από τα έθιμα του Δωδεκαήμερου ανάγονται στους χρόνους που γιορτάζονταν η «Χειμερινή τροπή» του Ήλιου που σημάδευε την αρχή της εποχής του χειμώνα. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια9στην Ελλάδα τα Κρόνια) από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου και ήταν η αρχαιότερη γιορτή των Ρωμαίων την οποία απέδιδαν στον Ρωμύλο ή στους Πελασγούς. Ξεχώρισε όμως από τις άλλες αγροτικές γιορτές τους το 217 π.Χ. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αηττήτου ηλίου», στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του Ήλιου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του Ήλιου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Την 1η Ιανουαρίου γιορτάζονταν οι Καλένδες, στις 3 τα Βότα, στις 4 τα Λορεντάλια και στις 7 Ιανουαρίου τελείωνε η περίοδος αυτή των εορτών. Όπως αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης:

`Η τοποθέτηση στις μέρες των πανηγυρισμών αυτών, της Γέννησης, της Περιτομής και της Βάφτισης του Χριστού δεν έσβησε αρχέγονες λατρευτικές αναμνήσεις και μακροχρόνιες συνήθειες. Έτσι, στο Δωδεκαήμερο συναντούμε έθιμα χριστιανικά μαζί και παγανιστικά να συμπορεύονται αρμονικά σε μια καμπή του χρόνου κρίσιμη για την ευετηρία, την καλοχρονιά, στην ευρύτερη διάσταση της πλούσιας παραγωγής και της καλής υγείας… Χαρακτηριστικό του πνεύματος της Πρωτοχρονιάς είναι το γνωστό ποδαρικό, που σε αρκετά μέρη παίρνει μορφή πραγματικής μαγικοδεισιδαιμονικής τελετουργίας…. Άλλο σύμβολο της μέρας είναι η βασιλόπιτα, που, με πολλές μορφές και διάφορους τρόπους παρασκευής, είναι παρούσα σε όλα τα σπίτια, σε χωριά και πόλεις…. Πέρα όμως από κάθε άλλο έθιμο λιγότερο ή περισσότερο γνωστό, το πνεύμα του Δωδεκαημέρου χαρακτηρίζει το δρώμενο των μεταμφιέσεων… που έδωσαν το ενδόσιμο στη φαντασία του λαού να πλάσει τους καλικαντζάρους… όντα δαιμονικά, για τα οποία υπήρχε τόσο πλούσια παράδοση, όση για κανένα άλλο δημιούργημα της νεοελληνικής μυθοπλασίας.

— Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Ευχές  για   το  Νέο  Χρόνο
ΥΓΕΊΑ!!  ΕΙΡΉΝΗ!!  ΑΓΆΠΗ!!  ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ!!
Για  ΌΛΕΣ  κ  ΌΛΟΥΣ!!!!


Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

Αρχαιολογικό  Μουσείο  Ολυμπίας


(ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΛΕΣ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ.)


Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία της Ελλάδας και εκθέτει τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας (Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηλείας) . Ήταν το πρώτο μουσείο που ιδρύθηκε εκτός της πρωτεύουσας των Αθηνών. Στεγάζει ευρήματα από την Άλτη, το χώρο της Ολυμπίας, αντικείμενα που χρονολογούνται από την προϊστορική εποχή μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους, ακόμη μέχρι και τον 6ο- 7ο αιώνα μ.Χ. Κεντρικό έκθεμα είναι ο Ερμής του Πραξιτέλους, τα αετώματα του ναού του Δία, η Νίκη του Μενδαίου Παιωνίου και το κύπελλο που ανήκε στο Φειδία. Η συλλογή των χάλκινων αντικειμένων αποτελεί μία από τις σημαντικότερες συλλογές παγκοσμίως. Από το σύνολο των, ανεκτίμητης αξίας, εκθεμάτων σημαντικότερη είναι η έκθεση των γλυπτών, για την οποία είναι κυρίως γνωστό το μουσείο, καθώς και η συλλογή χάλκινων αντικειμένων, που είναι η πλουσιότερη στον κόσμο και απαρτίζεται από όπλα, ειδώλια και άλλα αντικείμενα, ενώ ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα ευρήματα της μεγάλης πηλοπλαστικής[1].
ΔΙΑΤΑΞΗ
Σχέδιο δωματίων / εκθεμάτων του Αρχαιολογικού Μουσείου (στα αγγλικά)
Το μουσείο στεγάζεται σε δύο κτήρια: το κεντρικό κτίριο με δώδεκα αίθουσες (οργανώνεται θεματικά και χρονολογικά: προϊστορικά, γεωμετρικά και αρχαϊκά, αρχαϊκή και κλασική κεραμική, μνημειακή γλυπτική σε τερακότα, αετώματα και μετόπες του ναού του Διός, η «Νίκη του Παιωνίου» Νίκη, το εργαστήριο του Φειδία, ο Ερμής του Πραξιτέλη, αγάλματα ελληνιστικής, ρωμαϊκής εποχής καθώς και των τελευταίων χρόνων ζωής του ιερού και μια πτέρυγα με υπηρεσίες για τους επισκέπτες ) και λίγο πιο μακριά, το έτερο κτίριο, το πωλητήριο του μουσείου (μικροαντικείμενα και βιβλία), ανάμεσα στο μουσείο και στον αρχαιολογικό χώρο, στα μισά του δρόμου που οδηγεί στον αρχαιολογικό χώρο[1].
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Το έργο της ανασκαφής στο χώρο της Ολυμπίας, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, κατέστησε πολύ γρήγορα απαραίτητη την κατασκευή ενός κτιρίου για να στεγάσει τα ευρήματα. Ο τραπεζίτης φιλάνθρωπος Ανδρέας Συγγρός[2] το χρηματοδότησε με το ποσό των 220.000 δρχ και έδωσε την περιοχή σε δύο Γερμανούς αρχιτέκτονες και αρχαιολόγους, οι οποίοι ξεκίνησαν τις ανασκαφές, τον Dörpfeld Wilhelm και τον Friedrich Adler. Το πρώτο μουσείο στην Ολυμπία γνωστό και ως Παλαιό Μουσείο χτίστηκε το 1885 σε νεοκλασικό ρυθμό, στο λόφο Δρούβα, δυτικά της Άλτεως. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1888 και ήταν το πρώτο ελληνικό μουσείο που κτίστηκε εκτός Αθήνας. Με τα χρόνια, παρουσίασε αρκετές φθορές λόγω των μεγάλων σεισμών, που κατά καιρούς έπληξαν την περιοχή. Εκτός αυτού, ο μεγάλος αριθμός νέων ευρημάτων από τις συνεχιζόμενες ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο ιερό, επέβαλε την ίδρυση ενός μεγαλύτερου μουσείου στην Ολυμπία. Η κατασκευή ενός νέου μουσείου αποφασίστηκε τη δεκαετία 70.
Η ανέγερση του νέου κτηρίου του μουσείο ανατέθηκε στον Έλληνα αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό[3]. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1966, απέναντι από τον χώρο ανασκαφών, στη κοιλάδα βορειοδυτικά του Κρόνειου Λόφου. Το νέο μουσείο ολοκληρώθηκε το 1975 αλλά η μεταφορά των έργων διήρκεσε περισσότερο. Η τελική έκθεση εγκαινιάστηκε μόλις το 1982 από την τότε Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη. Το μουσείο ανακαινίστηκε το πλαίσιο προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Έκλεισε από το Σεπτέμβριο του 2003 έως τις 24 Μαρτίουτου 2004. Οι συλλογές αναδιοργανώθηκαν διατηρώντας το πνεύμα της πρώτης παρουσίασης. Οι αίθουσες επεκτάθηκαν με σκοπό την καλύτερη και ασφαλέστερη ανάδειξη των εκθεμάτων. Από την άλλη, το παλαιό μουσείο, χρησιμοποιήθηκε ως μουσείο της Ιστορίας των Ολυμπιακών Αγώνων της Αρχαιότητας[4].
ΣΥΛΛΟΓΕΣ
Συλλογή κεραμικών
Συλλογή χαλκών
Συλλογή γλυπτών
Συλλογή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες
ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ
Αετώματα από τον ναό του Δία












Τετάρτη 3 Μαΐου 2017

Θανάσης  Βέγγος

Ο Καλός  μας  Άνθρωπος


Ο Θανάσης Βέγγος (Νέο Φάληρο 29 Μαΐου 1926 - Αθήνα 3 Μαΐου 2011) ήταν Έλληνας κωμικός ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και ιδρυτής της εταιρείας ΘΒ Ταινίες Γέλιου. Είχε παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και είχε σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη επτά ταινίες. Θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ μέχρι και το τέλος της ζωής του συνέχιζε να εμφανίζεται σε ταινίες, στην τηλεόραση και το θέατρο. Ήταν γνωστός και ως ο «Καλός μας άνθρωπος».

Βιογραφία

Οικογένεια
Γεννήθηκε στον Πειραιά, στο Νέο Φάληρο, και γονείς του ήταν ο Βασίλης και η Ευδοκία Βέγγου, των οποίων ήταν και το μοναδικό παιδί. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, συγκεκριμένα εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο, εκδιώχθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Η απόλυση του πατέρα του προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση, κάτι που τον ανάγκασε να ριχτεί στον αγώνα για το μεροκάματο. Κυριότερη μεταξύ των επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκε ήταν η απασχόλησή του σε επεξεργασίες δερμάτων. Παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά.

Εξορία και πρώτα βήματα
Τα χρόνια 1948-1950 υπηρέτησε τη θητεία του ως "ανεπιθύμητος" στρατιώτης στη Μακρόνησο, όπου γνωρίστηκε με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο. Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία Μαγική Πόλη του Κούνδουρου. Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα κινηματογραφικά πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως Ο δράκος, Διακοπές στην Αίγινα, Μανταλένα, Ο Ηλίας του 16ου, Ποτέ την Κυριακή. Ο πρώτος του μεγάλος ρόλος είναι μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία Οι δοσατζήδες του 1960. Τον ίδιο καιρό, το 1959, πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς-πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη, επίσης το 1959.

Κινηματογράφος - τηλεόραση
Τα επόμενα χρόνια, συνεργαζόμενος κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη, αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Με ταινίες όπως Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ, Μην είδατε τον Παναή, Ζήτω η τρέλλα!, Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης, καθιερώνεται στη συνείδηση του κοινού. Το 1964, σε αναζήτηση καλλιτεχνικής ελευθερίας, ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ-Ταινίες Γέλιου. Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις Φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, που τις χαρακτηρίζουν το σουρεαλιστικό χιούμορ, ο αυτοσχεδιασμός και η πηγαία ερμηνεία. Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία θα συνέλθει μόνο μετά από πολλά χρόνια. Η καριέρα του συνεχίζεται με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη, ενώ η δημοτικότητά του παραμένει σταθερή κι οδηγεί στην αποθέωση του από τον κόσμο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1971, όπου η ταινία Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση; αποσπά τα βραβεία κριτικών και κοινού. Άλλη σημαντική ταινία αυτής της περιόδου είναι Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας του 1976. Η θεματολογία των ταινιών του μετατοπίζεται προς την κοινωνική κριτική, ενώ το 1983 σταματά για λίγα χρόνια να κάνει κινηματογράφο. Τη δεκαετία του '80 ασχολείται με το γύρισμα έξι βιντεοταινιών και της τηλεοπτικής σειράς Βεγγαλικά που, μετά από προσπάθειες πολλών ετών, προβλήθηκε τελικά στην τηλεόραση το 1988. Το 1990 εμφανίστηκε στη σειρά του ΑΝΤ1 Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης. Η επιστροφή του στον κινηματογράφο γίνεται με την ταινία Ήσυχες μέρες του Αυγούστου του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων αλλά μεγάλης εκφραστικότητας, με κορυφαία στιγμή το ρόλο του στην ταινία Όλα είναι δρόμος του 1998.
Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, το 1997, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη με μεγάλη επιτυχία. Το 2002, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, ο Θανάσης Βέγγος κράτησε έναν από τους βασικούς ρόλους στην τηλεοπτική σειρά Περί ανέμων και υδάτων. Συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι από τους πιο αγαπημένους και δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου. Η τελευταία κινηματογραφική συμμετοχή του ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη "Ψυχή βαθιά", το 2009.

Θάνατος
Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου "Ερυθρός Σταυρός" λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου - εκεί απεβίωσε στις 3 Μαΐου 2011, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Τάφηκε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του.

Προσωπική ζωή
Την εποχή που γυριζόταν "Ο δράκος" παντρεύτηκε την Μίνα (Ασημίνα) Βέγγου με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δυο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Οι γιοι του τού έδωσαν εγγόνια τα οποία υπεραγαπούσε, όπως επιβεβαιώνει και η γυναίκα του : "Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για την Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δυο του εγγόνα και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά". Σύμφωνα με τον πρωτότοκο γιο του Βασίλη, ο Θανάσης Βέγγος έκανε παρέα "με τον Δημήτρη Νικολαΐδη, την Σούλη Σαμπάχ, τον Γιώργο Λαζαρίδη και τον Ντίνο Κατσουρίδη. Ένας πραγματικός φίλος του είναι ο Γιώργος Σταυρόπουλος. Γενικά θεωρεί το καλλιτεχνικό κύκλωμα λίγο περίεργο και αισθάνεται σαν ψάρι έξω από το νερό".